Στα παιδιά τα τσιμπήματα μέλισσας ή σφήκας συνήθως προκαλούν μεγάλες τοπικές αντιδράσεις στο σημείο του νυγμού. Οι αντιδράσεις αυτές χαρακτηρίζονται από οίδημα >10cm , που διαρκεί για περισσότερο από 24 ώρες και υφίενται με αντισταμινικό. Παρόλα αυτά, αν και σπάνια, μπορεί να προκληθεί συστηματική αντίδραση που κυμαίνεται από ήπια (κνίδωση, αγγειοοίδημα) έως και σοβαρή με συμμετοχή του αναπνευστικού και καρδιαγγειακού συστήματος (αναφυλαξία).
Όπως και σε άλλα αλλεργικά νοσήματα, το λεπτομερές ιστορικό αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για τη διάγνωση. Ο ορολογικός έλεγχος και λιγότερο τα δερματικά τεστ θα βοηθήσουν στην επιβεβαίωση της κλινικής υποψίας.
Αντίδραση που αφορά το δέρμα, είτε εντοπισμένα στο σημείο νυγμού είτε συστηματική με εμφάνιση κνίδωσης ή/και αγγειοοιδήματος αντιμετωπίζεται με τη χορήγηση αντισταμινικού. Στην περίπτωση συστηματικής αντίδρασης με συμμετοχή του αναπνευστικού, του καρδιαγγειακού ή του γαστρεντερικού συστήματος συνταγογραφείται μετά από εκπαίδευση ένεση αδρεναλίνης και γίνεται σύσταση για θεραπεία απευαισθητοποιήσης ή αλλιώς ανοσοθεραπεία. Η θεραπεία αυτή περιλαμβάνει τη χορήγηση υποδόριων ενέσεων με το υπεύθυνο αλλεργιογόνο για τουλάχιστον 3 έτη.
Σε αντίθεση με τους ενήλικες, τα παιδιά στην πλειοψηφία τους καταφέρνουν να ξεπεράσουν την αλλεργία στα υμενόπτερα με την πάροδο του χρόνου. Οι μεγάλες τοπικές αντιδράσεις τείνουν να μειώνονται σε συχνότητα με τον χρόνο και ο κίνδυνος συστηματικής αντίδρασης είναι εξαιρετικά μικρός. Αντίθετα σε παιδιά με προηγούμενο ιστορικό αναφυλαξίας, ο κίνδυνος να ξανακάνουν στο μέλλον αναφυλακτικό επεισόδιο υπολογίζεται στο 20%, ποσοστό που δικαιολογεί την επιλογή της ανοσοθεραπείας ως μια ασφαλή λύση.