Το άσθμα, μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος των αεραγωγών, αποτελεί το πιο συχνό νόσημα της παιδικής ηλικίας (1 στα 10 παιδιά πάσχει) και εχει αυξητική τάση στις ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου. Για την αύξηση αυτή ενοχοποιούνται διάφοροι περιβαντολλογικοί παράγοντες, όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση, το κάπνισμα των γονιών, η διατροφή , οι συχνές ιογενείς λοιμώξεις κ.α.Τα παιδιά με άσθμα έχουν συνήθως γονείς ή αδέλφια με άσθμα, αλλεργική ρινίτιδα ή ατοπική δερματίτιδα. Είναι σημαντικό να γίνεται έγκαιρα η διάγνωση και να μπαίνει ο μικρός ασθενής σε ένα θεραπευτικό πλάνο το οποίο έχει ως στόχο την εξάλειψη των ασθματικών κρίσεων και μια φυσιολογική ποιότητα ζωής.
Όπως ειπώθηκε παραπάνω οι αεραγωγοί του ασθματικού παιδιού βρίσκονται σε χρόνια φλεγμονή , κατάσταση που μπορεί να μην δίνει θορυβώδη συμπτώματα στον μικρό ασθενή. Παρ’όλα αυτά με την παρουσία κάποιου ερεθίσματος μπορεί να πυροδοτηθεί η σύσπαση των μυών του ήδη φλεγμαίνοντα αεραγωγού (βρογχόσπασμος) και η παραγωγή βλέννης με αποτέλεσμα ο ασθενής να καλείται να αναπνεύσει μέσα από έναν ιδιαίτερα στενό αυλό. Στη φάση αυτή έχουμε τα γνωστά συμπτώματα του βήχα, της δύσπνοιας, του συριγμού και πόνου στο θώρακα.
1. Λοιμώξεις του αναπνευστικού (ιοί, μυκόπλασμα, χλαμύδια)
2. Αλλεργιογόνα όπως ακάρεα, μύκητες, γύρεις και επιθήλια ζώων
3. Κάπνισμα γονέων/φροντιστών
4. Έντονη άσκηση
5. Μεταβολές του καιρού
Η λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της διάγνωσης. Εφ’όσον τεθεί υποψία ευαισθητοποίησης σε κάποιο αεροαλλεργιογόνο, οι δερματικές δοκιμασίες νυγμού και ο ορολογικός έλεγχος μπορούν να συμβάλλουν στην διάγνωση. Επιπλέον σε παιδιά μεγαλύτερα των 6 ετών υπάρχει η δυνατότητα ελέγχου της αναπνευστικής λειτουργίας μέσω της σπιρομέτρησης. Δυσκολίες στη διάγνωση του άσθματος εμφανίζονται κυρίως στις ηλικίες κάτω των 5 ετών που δεν έχουμε την δυνατότητα σπιρομέτρησης. Αυτό συμβαίνει γιατί η συρίττουσα αναπνοή και ο βήχας είναι συχνά συμπτώματα και σε παιδιά που δεν έχουν άσθμα.
Η θεραπεία του άσθματος διακρίνεται σε ανακουφιστική και προφυλακτική. Η ανακουφιστική θεραπεία δίνεται σε περίπτωση κρίσης άσθματος ή επιδείνωσης των συμπτωμάτων. Συνήθως πρόκειται για βραχείας δράσης β-αγωνιστές. Αντίθετα η προφυλακτική θεραπεία λαμβάνεται τακτικά για την καταστολή της χρόνιας φλεγμονής των αεραγωγών που υποβόσκει. Έχει συνήθως τη μορφή εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών (ICS), τα οποία χρησιμοποιούνται με ή χωρίς μακράς δράσης β-αγωνιστές. Στις περιπτώσεις που προσδιοριστεί η ευαισθητοποίηση σε κάποιο αλλεργιογόνο, απευαισθητοποίηση σε αυτό μπορεί να ελαττώσει σημαντικά τα συμπτώματα και την ανάγκη χορήγησης της αντιασθματικής αγωγής.
Ελεγχόμενο θεωρείται το άσθμα όταν το παιδί δεν έχει κάνει κρίση τον τελευταίο χρόνο, δεν χρειάζεται βρογχοδιασταλτικά φάρμακα για τα συμπτώματα του πάνω από 2 φορές την εβδομάδα, δεν έχει νυκτερινά συμπτώματα και έχει φυσιολογική δραστηριότητα χωρίς περιορισμούς από τη νόσο.
Τα νέα είναι ενθαρρυντικά καθώς γνωρίζουμε πως το 60% των παιδιών προσχολικής ηλικίας με συχνά επεισόδια συριγμού μετά από ιογενείς λοιμώξεις ,παύουν να έχουν συμπτώματα μετά τα 6 έτη ζωής.